Τοπωνυμικό
Μενού πλοήγησης
Καμίνια\{ width=

Καμίνια

Καμίνια, τα (στα Καμίνια)
Προσηγορικό καμίνι (το), από μσν. καμίνιον (το), υποκ. του αρχ. κάμινος (η). Από τα καμίνια που έκαιγαν στην περιοχή της κεραμοποιίας Τσουρλάκη. Από εδώ και το όνομα του παρακείμενου ρέματος (Καμίνια), που καλύπτεται σήμερα από την οδό Κωνσταντινουπόλεως.  Σύνηθες τοπων. σε πολλά μέρη της Ελλάδος (πβ. και στον Πειραιά τη γνωστή συνοικία Καμίνια).