Βατσινάς, ο (στο Βατσινά)
Παρά το ρυάκι του Κουτσουλίδη. Από το ουσ. βάτος, ο + επίθ. – ινάς, που στη νεοελλην. ακούγεται ως «βατσινάς»= τόπος γεμάτος βάτα (και ο καρπός της βάτου βάτσινο).
- Χρονολογική περίοδος: Νεότεροι Χρόνοι
Βατσινάς, ο (στο Βατσινά)
Παρά το ρυάκι του Κουτσουλίδη. Από το ουσ. βάτος, ο + επίθ. – ινάς, που στη νεοελλην. ακούγεται ως «βατσινάς»= τόπος γεμάτος βάτα (και ο καρπός της βάτου βάτσινο).