Τοπωνυμικό
Μενού πλοήγησης

Τοπωνυμικό

Τ  Ο  Π  Ω  Ν  Υ  Μ  Ι  Κ  Ο
της πόλης του Ρεθύμνου μετά των οικισμών αυτής
(τέως Δήμου Ρεθύμνου)
Συνοικίες και Τοπωνύμια, Εκκλησίες και Μονές
κατά τη Βενετοκρατία, Τουρκοκρατία μέχρι και τα Νεότερα Χρόνια

Γενικά Στοιχεία

Τα τελευταία χρόνια είναι γεγονός ότι έχουμε αποκτήσει μια πολύ καλή γνώση των συνοικιών (αλλά και των εκκλησιών και μοναστηριών) του Ρεθύμνου κατά τα χρόνια της Βενετοκρατίας και αυτό το οφείλουμε στις νοταριακές, κυρίως, πράξεις των Ρεθυμνίων (της πόλης) νοταρίων, των οποίων, ως γνωστόν, έχει γίνει τελευταία συστηματική μετάφραση και δημοσίευση στην ελληνική, από τον ρεθεμνιώτη ιστορικό Γιάννη Γρυντάκη. Επίσης, οι «Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων» από τον Νικόλαο Σ. Σταυρινίδη, των «Εγγράφων του Ιεροδικείου Ρεθύμνης (17ος- 18ος)» (Οι μεταφράσεις του «Βήματος» Ρεθύμνης), των «Οθωμανικών δημοσίων εγγράφων του Ρεθύμνου (1659-1898)», αλλά και οι γνωστές Γεωγραφίες του νομού (Λαμπρινάκη και Γενεράλι) κ.λπ. καθίστανται σπουδαία πηγή άντλησης πληροφοριών για τις συνοικίες του Ρεθύμνου κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Από τις πράξεις των νοταρίων μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι από τα μέσα, κυρίως, του 16ου αιώνα ο προσδιορισμός του χώρου γίνεται ακριβέστερος, με την εμφάνιση συγκεκριμένων συνοικιών, που η κάθε μία έχει το δικό της όνομα και παύει, πλέον, να χρησιμοποιείται η διάκριση του χώρου υπό τα γενικότερα ονόματα της πόλης (βούργος- Castel Vecchio). Το όνομά της μία συνοικία μπορεί, κατά πρώτο λόγο, να το οφείλει- όπως συμβαίνει, συνήθως, με τη δημιουργία των τοπωνυμίων- ή σε κάποια εκκλησία/μοναστήρι που περιλαμβάνει στα όριά της (π.χ. συνοικία Αγίας Βαρβάρας, Αγίου Λαζάρου, Αγίου Φραγκίσκου κ.λπ.) ή σε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της περιοχής [π.χ. Sabbionara (= άμμος), Kum Kapi (= Άμμος Πόρτα)] ή σε εγκαταστάσεις- κτίσματα [Squero (= μικρό ναυπηγείο), Πύλη Guora] ή και στα ακίνητα που συνέβαινε να έχει στην εν λόγω περιοχή κάποια μεγάλη/γνωστή ρεθεμνιώτικη οικογένεια (π.χ. συνοικία Κουγερίνας, Κουρτικιανά). Στη δημιουργία, πάντως, τοπωνυμίων μπορούν να συντελέσουν και άλλοι, περαιτέρω, λόγοι, όπως θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια.
Η χρήση της «συνοικίας» για τον προσδιορισμό του χώρου θα συνεχιστεί   και κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, μέχρι το έτος 1898 (Κρητική Πολιτεία- Ρωσική Κατοχή), όταν, για πρώτη φορά, δόθηκαν ονόματα στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης του Ρεθύμνου. Ο προσδιορισμός, λοιπόν, της θέσης των κτιρίων, γινόταν, μέχρι τότε, με βάση τη «συνοικία» στην οποία βρίσκονταν αυτά, σύμφωνα με το σύστημα διαίρεσης των πόλεων κατά συνοικίες. Έλεγαν, για παράδειγμα, «πωλείται οικία …κείμενη κατά την συνοικίαν Ακ Σεράι», επίσης «οικία…εις την συνοικίαν Καστέλι αντίκρυ της παλαιάς Δημαρχίας» και αλλού «οικία κατά την συνοικίαν Γκιουλούμπαση ή Καστίλ Μαχαλέσι». Εξαίρεση στον κανόνα φαίνεται να αποτελεί το «Μακρύ Στενό», που σε μια πολύ πρώιμη περίοδο, που ακόμη δεν είχαν δοθεί ονόματα στους δρόμους της πόλης, όμως αυτό- λόγω, προφανώς, του έντονα χαρακτηριστικού μήκους του- ονομαζόταν από τότε «οδός Ουζούν Σοκάκ» (= οδός Μακρύ Στενού), αλλά και «συνοικία Μακρύ Στενού», όπως το διαπιστώνουμε από συμβολαιογραφικές πράξεις της Τουρκοκρατίας.
Στα 1898, πάντως, όπως έχουμε, ήδη, επισημάνει, ο Ρώσος υπολοχαγός Μ. Ρουτσόφσκι τοπογράφησε το Ρέθυμνο και, αργότερα, περί το έτος 1900, τυπώθηκε και σχετικός χάρτης για τον προσανατολισμό των Ρώσων στρατιωτικών στη νέα τους πολιτεία, το Ρέθυμνο, όπου, όπως είναι γνωστό, είχαν οριστεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις ως Εγγυήτρια Δύναμη. Τον χάρτη αυτόν δημοσίευσε ο G. Gerola, με σχετικό υπομνηματισμό και τοποθέτηση στο τοπογραφικό σχέδιο της πόλης εβδομήντα οκτώ (78) συνολικά δρόμων.


Όμως, στην παρούσα μελέτη μας δεν προτιθέμεθα να μελετήσουμε τους δρόμους του Ρεθύμνου των αρχών του εικοστού αιώνα και εξής, κάτι που το έχουμε, ήδη, κάνει σε προηγηθέν βιβλίο μας («Ρέθυμνο 1900- 1950», τόμ. Α΄ και Β΄, Ρέθυμνο 2010, σελ. 600). Εδώ, θα μελετήσουμε ετυμολογικά και θα επιχειρήσουμε να προσδιορίσουμε τη θέση τους στον χάρτη του Ρεθύμνου (κάτι που γίνεται για πρώτη φορά) μόνο τις συνοικίες της πόλης, τόσο των χρόνων της Βενετοκρατίας όσο και της Τουρκοκρατίας, μέχρι και τα πρώτα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας (περίπου 1900), όταν, δηλαδή, ο προσδιορισμός της θέσης γινόταν ακόμα με το «σύστημα των συνοικιών». Ανάγκη, στο σημείο αυτό, να τονίσουμε ότι ο προσδιορισμός της θέσης μιας συνοικίας της Βενετοκρατίας ή της Τουρκοκρατίας γίνεται, συχνά, κατά προσέγγιση, όταν το κτίσμα (δημόσιο ή εκκλησιαστικό) από το οποίο η συνοικία έλαβε το όνομά της έχει παύσει, σήμερα, να υφίσταται και να υποδεικνύει τον χώρο. Για τον λόγο αυτόν θεωρούμε πολύ πιθανόν να έχουν παρεισφρύσει κάποια σφάλματα στο θέμα, ειδικά, αυτό του προσδιορισμού της θέσης ορισμένων συνοικιών ή τοπωνυμικών θέσεων [μακρινών, κυρίως, ιστορικών περιόδων (Ενετοκρατίας- Τουρκοκρατίας)] στον παρόντα τοπωνυμικό Χάρτη του Ρεθύμνου. Σε λίγες περιπτώσεις τον χώρο τον προσδιορίζουμε με τον όρο «θέση» (αντί «συνοικία»), όταν απλά με την εν λόγω ονομασία προσδιορίζεται μια περιοχή στην οποία βρίσκεται κάτι, χωρίς όμως η ονομασία αυτή να επικράτησε και ως ονομασία συνοικίας (πχ. Μεγάλη Πηγάδα,  Μεσκινόβρυση, Αλή Ατζή Βρύση, Βρύση τού Γαρμπή κ.λπ).

Παρακαλούμε- για άλλη μια φορά- τους αγαπητούς αναγνώστες της μελέτης μας αυτής και του χάρτη που τη συνοδεύει, αν παρατηρήσουν οποιοδήποτε σφάλμα- που θα αφορά στην ορθή (φωνητικά) καταγραφή και ερμηνευτική (γλωσσολογικά) προσέγγιση ενός τοπωνυμίου και, κυρίως, στον σωστό προσδιορισμό της θέσης του στον τοπωνυμικό Χάρτη του Ρεθύμνου- να απευθύνονται στον συγγραφέα Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, στα e-mail: papadakk@yahoo.gr ή ret.anadromes@gmail.com Kάθε υπόδειξη- όπως έχουμε ήδη σημειώσει-  θα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, θα μελετάται προσεκτικά, θα συζητείται, ίσως, με τον υποδεικνύοντα και, αν αυτό κριθεί αναγκαίο, θα διορθώνεται δεόντως, με αναφορά, πάντοτε, του ονόματος του προσώπου που μας έκανε την υπόδειξη.
Από τη μελέτη μας αυτή διαπιστώνουμε, γενικότερα, ότι, συχνά, η ίδια συνοικία διατηρεί το όνομά της διαχρονικά, τόσο στα χρόνια της Βενετοκρατίας όσο και της Τουρκοκρατίας μέχρι και σήμερα. Έτσι, το σημερινό «Μακρύ Στενό» ήταν ο «Μακρύς δρόμος» της Βενετοκρατίας και ο «Ουζούν- Γιόλ» ή «Ουζούν Σοκάκ» (= μακρύς δρόμος) της Τουρκοκρατίας, ενώ η χρήση της «συνοικίας της Αγίας Βαρβάρας», για τον προσδιορισμό τού γύρω από τον ναό χώρου, παρατηρείται τόσο κατά τα χρόνια της Βενετοκρατίας, όσο και κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, μέχρι το έτος 1898 (Κρητική Πολιτεία- Ρωσική Κατοχή), όταν για πρώτη φορά δίνονται ονόματα στους δρόμους και τις πλατείες της πόλεως του Ρεθύμνου, οπότε, στον συγκεκριμένο δρόμο, δίδεται και πάλι το ίδιο όνομα (οδός Αγίας Βαρβάρας), ενώ, παράλληλα, συνεχίζεται να χρησιμοποιείται και ο προσδιορισμός του εν λόγω χώρου με την παλιά έννοια της συνοικίας (συνοικία Αγίας Βαρβάρας). Διαχρονική, λοιπόν, η λειτουργία του εν λόγω ονόματος, που, αν μη τι άλλο, δείχνει τον απεριόριστο σεβασμό των Ρεθυμνίων στην πολιούχο τους Αγία, που κανένα άλλο όνομα δεν ήταν ισχυρό να επισκιάσει την εκεί παρουσία της. Η συνοικία, επίσης, Καστέλι της Τουρκοκρατίας και των χρόνων της Κρητικής Πολιτείας (Λαμπρινάκης), παρά το βενετσιάνικο λιμάνι, αντιστοιχεί, προφανώς, στο βενετσιάνικο Castel Vecchio (= Παλιό Κάστρο) κ.ο.κ.

     Κωστής Ηλ. Παπαδάκης
Φιλόλογος – Θεολόγος – Συγγραφέας

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Το «Τοπωνυμικό» του παρόντος Ιστολογίου αποτελεί μελέτη και πνευματική ιδιοκτησία του συγγραφέα του Κωστή Ηλ. Παπαδάκη. Επιτρέπεται η αντιγραφή, αποδελτίωση και δημοσίευση αποσπασμάτων αυτού με απλή αναφορά του ονόματος του συγγραφέα και της παρούσας πηγής προέλευσής τους
(δηλαδή: Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, http://historicalcrete.ims.forth.gr)